Στ. Δρόσος, Αχτίδα Πειραιά
Συντρόφισσες, σύντροφοι,
Όπως προκύπτει από τις δημοσιευθείσες Θέσεις της ΚΕ για την Δ’ Συνδιάσκεψη μπροστά μας παρουσιάζονται τεράστια καθήκοντα σε ό,τι αφορά την Οργανωτική Οικοδόμηση. Προκειμένου να θίξουμε αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να καταλήξουμε σε βασικές παραδοχές, έννοιες και ορισμούς.
Πρώτο και κύριο: τι εννοείται με τον όρο «Οργανωτική Οικοδόμηση»; Εννοείται, μήπως, η αθρόα εισροή μελών χωρίς πολιτικά κριτήρια; Όχι, με τον όρο αυτό εννοείται η οργάνωση μελών με αυστηρά πολιτικά κριτήρια. Αυτό διατυπώνεται και στο 16ο άρθρο του Καταστατικού που ορίζει τρία βασικά γνωρίσματα για το μέλος των ΣΚΔ: α) να είναι παρών/ούσα/όν στο κίνημα, β) να είναι πρωτοπόρος λαϊκός αγωνιστής, γ) να μεριμνά για την ιδεολογικοπολιτική του κατάρτιση. Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις δεν συντρέχουν διαζευκτικά (δηλ. «ή το ένα ή το άλλο»), αλλά σωρευτικά (δηλ. πρέπει να πληρείται και το α και το β και το γ). Πέραν αυτού, όμως, εννοείται κάτι πολύ πιο θεμελιώδες, πολύ πιο βασικό: εννοείται η ανάπτυξη της Οργάνωσης πολιτικά, η βελτίωση της ποιότητας της Οργάνωσης. Κρίνω, σύντροφοι, πως είναι ώρα να μιλήσουμε για το ζήτημα συγγραφής προγράμματος. Σήμερα, τον ρόλο του προγράμματος επιτελούν οι «Πολιτικές Αρχές και Στόχοι». Το πρώτο σχετικό κείμενο εκδόθηκε τον Δεκέμβρη του ’23 μετά την Α’ Συνδιάσκεψη. Τότε η Οργάνωσή μας ήταν πολύ ανέτοιμη πολιτικά και σαφώς δεν ήταν σε θέση να εκπονήσει πλήρες πρόγραμμα. Σήμερα, όμως, οι συνθήκες έχουν αλλάξει, έχουν ωριμάσει θα έλεγε κανείς, προκειμένου οι «Πολιτικές Αρχές και Στόχοι» να δώσουν την θέση τους σε πλήρες πρόγραμμα.
Δεύτερο θέμα, η αντιπαράθεση. Έχει μια αξία ο τρόπος αντιπαράθεσης με όλα τα αστικά θεωρήματα. Στις Θέσεις, στην ενότητα Α.1 πραγματοποιείται μία εκτενής κριτική στα ιδεολογήματα που υπάρχουν στις γραμμές της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Αυτό είναι γενικά σωστό, αλλά θεωρώ πως θα ήταν γενικά σωστότερο να εστιάσουμε την αντιπαράθεση στην διατήρηση της μαρξιστικής – λενινιστικής σκέψης ή στην παρέκκλιση από αυτήν, απ’ τον Διαλεκτικό Υλισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Μαρξισμός – Λενινισμός, είναι στην ουσία η πολιτική μετουσίωση και εφαρμογή του Διαλεκτικού Υλισμού στα πλαίσια της διεξαγόμενης ταξικής πάλης. Μέσα απ’ αυτό το εργαλείο θα μπορέσουμε όχι μόνο να αντιπαλέψουμε απ’ το ευρύτερο εργατικό κίνημα, αλλά και να αποβάλλουμε τον ρεβιζιονισμό, τον δογματισμό αλλά και τα ανοιχτά αστικά θεωρήματα (σοσιαλδημοκρατία, φιλελευθερισμός κλπ). Για να γίνει αυτό, είναι αναγκαίο να κατακτήσουμε ένα ολοκληρωμένο νέο στυλ στην αντιπαράθεση: όπου ο κάθε σύντροφος δεν θα περιμένει «φωτισμένες καθοδηγήσεις» ή «βοήθειες», αλλά θα μπορεί να εκφράζει τις Οργανωτικές Θέσεις κατανοώντας και αφομοιώνοντας την αναγκαία φιλοσοφική – πολιτική διεργασία που είναι ικανή να προσαρμόσει αυτές τις θέσεις στην καθημερινή πρακτική. Έτσι θα πολεμιούνται και οι «ουρές» της αστικής απολογητικότητας στους χώρους δουλειάς, στα σωματεία, στις σχολές, στις γενικές συνελεύσεις των Φοιτητικών Συλλόγων, στις γειτονιές, στα λαϊκά σχήματα και τις συλλογικότητες.
Τρίτο ζήτημα, η παρέμβαση στα σωματεία. Νομίζω σύντροφοι πως – κι εδώ – είναι αρκετά ώριμο να μιλήσουμε για μια ενδεχόμενη παρέμβαση στα Σωματεία με προώθηση της δικής μας γραμμής σε μία σειρά ζητήματα. Αξίζει να συζητηθεί το ζήτημα της ενδεχόμενης συγκρότησης συνδικαλιστικών – φοιτητικών παρατάξεων που να εκφράζουν τα λαϊκά συμφέροντα, τα πιο «πλατιά» και όχι μόνο να είναι φωνές της οργάνωσης στους χώρους παρέμβασης. Ένα βήμα σ’ αυτήν την κατεύθυνση θα ενίσχυε την δυνατότητα ουσιαστικής και εποικοδομητικής αντιπαράθεσης στα Σωματεία και στους Φοιτητικούς Συλλόγους. Ήρθε η ώρα να τονίσουμε το αντιδιαχειριστικό πλαίσιο πάλης, αλλά ταυτόχρονα να διαχωριστούμε από οργανώσεις που με προσφυγή σε υπερεπαναστατικές κορώνες προσπαθούν να αποκτήσουν το αντιδιαχειριστικό μονοπώλιο. Φυσικά και αυτές οι οργανώσεις μπορεί να είναι ή να θεωρούνται από εμάς ως συντροφικές, όμως αξίζει να τονιστεί ότι έχουμε σημαντικές διαφορές – και αυτές είναι που μας καθιστούν και διαφορετικές οργανώσεις (και ως διακριτές οντότητες, αλλά υπάρχει ομολογουμένως και ποιοτική διαφορά υπέρ μας). Αντί επιλόγου, σύντροφοι, θα κλείσω την παρούσα επιστολή – παρέμβαση καλώντας σε ένταση της Οργανωτικής Οικοδόμησης, μαθαίνοντας όχι μόνο να μελετάμε την επαναστατική μας κοσμοθεωρία αλλά και εντείνοντας την προαναφερθείσα οικοδόμηση με πλήρη πολιτικά κριτήρια.




